Part 68

201 10 0
                                    

Μπήκα στο σπίτι και τα φώτα ήταν κλειστά. Μα τι στο καλό γίνεται; Ξαφνικά ανοίγουν τα φώτα και εμφανίζονται όλοι. Η μαμά μου κρατούσε τούρτα και φώναξαν όλοι τραγουδιστά χρόνια πολλά Δανάη. Τα μάτια ήταν ήδη βουρκωμενα αλλά τώρα που τους βλέπω όλους μαζί η συγκίνηση είναι πολύ μεγαλύτερη.
"Ευχαριστώ!" είπα και άρχισα να τους αγκαλιάζω όλους έναν έναν. Ο καθένας μου έδινε και μια διαφορετική ευχή. Καθησαμε στο τραπέζι και έκοψαν την τούρτα. Δεν ανέφεραν τίποτα για την απουσία μου.
"Αγάπη μου, είσαι καλά;" με ρώτησε η μαμά μου.
"Όχι αλλά θα είμαι. Ελπίζω."
"Λοιπόν, ήρθε η ώρα να δώσουμε στην Δανάη τα δώρα της." είπε ο μπαμπάς μου.
"Αυτό είναι από εμένα." είπε η Διονυσία και μου έδωσε ένα μικρό κουτάκι. Όταν το άνοιξα είδα ένα πανέμορφο βραχιόλι. Κρέμονταν πολλά αστεράκια. Είναι πολύ cute.
"Είναι τέλειο. Ευχαριστώ πολύ."
"Σειρά μου τώρα." είπε ο μπαμπάς μου. Μου έδωσε μια τσάντα αρκετά βαριά.
"Τι είναι;"
"Άνοιξε το και θα δεις." Άνοιξα την τσάντα και είδα ένα καινούργιο λάπτοπ.
"Μπαμπά δεν ήταν ανάγκη. Σε ευχαριστώ."
"Εγώ τώρα." είπε η μαμά μου. Μου έδωσε μια μικρή τσάντα. Μου είχε πάρει το αγαπημένο μου άρωμα. Την κοίταξα και της χαμογέλασα.
"Είδα ότι σου τελείωνε και αποφάσισα να σου πάρω αυτό."
"Δανάη αυτό από εμένα." είπε ο Θανάσης. Μου έδωσε ένα κουτί με περιτύλιγμα. Όταν έβγαλα το περιτύλιγμα είδα πως είχε μέσα ασύρματα ακουστικά σε ροζ χρυσό χρώμα. Είναι πολύ όμορφα και δεν είχα ακουστικά οπότε ήταν πολύ έξυπνο δώρο.
"Είναι πολύ όμορφα, δεν είχα ακουστικά σε ευχαριστώ πολύ Θανάση."
"Και τελευταίος εγώ. Ορίστε."
"Δεν έπρεπε." Μου έδωσε ένα πουγκί, το άνοιξα και είδα ένα ζευγάρι σκουλαρίκια, κρίκοι πιο συγκεκριμένα σε σχήμα καρδιάς. Πολύ χαριτωμένα.
''Σε ευχαριστώ Παναγιώτη, είναι πολύ ωραία."
"Δεν κάνει τίποτα." Είναι πρόθυμος να σε βοηθήσει. Είναι κατά κάποιον τρόπο αδερφός μου δεν μπορώ και δεν πρέπει να τον δω διαφορετικά. Μπορεί να είναι κούκλος αλλά είναι ο γιος της Διονυσίας, της μελλοντικής γυναίκας του πατέρα μου. Το λέω για να το θυμάμαι.
"Λοιπόν, ήρθε η ώρα να σας ανακοινώσουμε την ημερομηνία του γάμου μας." ανακοίνωσε ο πατέρας μου.
"14 Φεβρουαρίου στην Ρώμη. Τα προσκλητήρια γράφουν πιο αναλυτικά την τοποθεσία." Όλοι τους συγχαίρωνταν για τον γάμο τους. Εγώ απλά χαζευα πόσο ευτυχισμένοι είναι οι γονείς μου, ο καθένας με τον σύντροφό του. Πέρασα τα καλύτερα και τα χειρότερα ταυτόχρονα Χριστούγεννα, πρωτοχρονιά και γενέθλια. Ονειρευόμουν διαφορετικά αυτές τις γιορτές. Ήθελα να ήμουν με την μαμά μου, την αδερφή μου, τον Γιώργο και τους φίλους μας. Αλλά δεν ήρθαν έτσι, ίσως όλα ήταν προς το καλύτερο. Ξεστρωσαν το τραπέζι και έστρωσαν το πράσινο τραπεζομάντηλο που συνεπάγεται ότι πρόκειται να παίξουν χαρτιά. Δεν ξέρω να παίζω αλλά ούτε θέλω και να μάθω. Από την άλλη μεριά είδα τον Παναγιώτη να βαριέται και να κοιτάει το κινητό του. Με έπιασε να τον κοιτάω και μου χαμογέλασε. Σηκώθηκε και ήρθε δίπλα μου.
"Έχεις κανένα επιτραπέζιο;"
"Νομίζω κάτι υπάρχει στην αποθήκη." Σηκώθηκα για να κοιτάξω και με ακολούθησε.
"Είσαι εντάξει;" με ρώτησε.
"Ειλικρινά δεν ξέρω. Συμβαίνουν τόσα πολλά και τα έχω χάσει."
"Καταλαβαίνω. Το αγόρι σου;"
"Πρώην αγόρι μου."
"Φαντάζομαι, έκανε κουτσουκέλα και το μετάνιωσε."
"Όχι δεν ήταν έτσι. Όσον αφορά το θέμα απιστίας, δεν είχαμε τέτοια προβλήματα." είπα με δυσκολία.
"Εντάξει, δεν είναι ανάγκη να το συζητήσουμε αν σε φέρνει σε δυσκολη θέση."
"Όχι εντάξει απλά είναι πρόσφατο και καταλαβαίνεις."
"Ναι καταλαβαίνω."
"Να το. Έχουμε μόνο αυτό εδώ, τα άλλα τα πήραμε στο Λονδίνο."
"Μια χαρά είναι κι αυτό." είπε παίρνοντας από τα χέρια μου το Scrabble. Βγήκε πρώτος από την αποθήκη και μετά πήγε στον καναπέ. Κάθησα απέναντι του. Έφαγα φλασιά και σκέφτηκα ότι δεν έχω δει καθόλου το κινητό μου. Θα με είχαν πάρει εκατό τηλέφωνα.
"Με συγχωρείς." είπα και άρχισα να τρέχω στην κρεβατοκάμαρα μου που είχα το κινητό μου. Όταν το έπιασα στα χέρια μου είδα πάρα πολλές ειδοποιήσεις. Τις άνοιξα μια μια και απαντούσα στους φίλους και γνωστούς που μου εύχονταν χρόνια πολλά. Μετά τσεκαρα τις κλήσεις μου. Με είχε πάρει η Χριστίνα, η Κέλλυ, η Τζουλς και ο Αντρέας. Τους πήρα και μιλήσαμε για λίγο. Μόνο στην Χριστίνα και στην Τζουλς είπα ότι ήρθε ο Γιώργος και με βρήκε. Τηλεφώνησα στην Τζούλιαν.
"Που είσαι και δεν το σηκώνεις; Χρόνια πολλά!"
"Ευχαριστώ αλλά ένα θα σου πω. Ήρθε ο Γιώργος απ'εδώ."
"Τι;" ρώτησε σοβαρά.
"Ναι, ήρθε και μου έφερε δώρο για τα γενέθλια μου."
"Σοβαρά;"
"Ε τι σου λέω."
"Δεν έχω λόγια. Τι δώρο σου έφερε;"
"Ένα κολιέ."
"Κολιέ, ε; Μμ... συμβολικό μου φαίνεται."
"Δεν ξέρω."
"Και πως είσαι που τον ξαναείδες;"
"Περίεργα. Μου ζήτησε συγγνώμη και μου είπε να πάω και στο αποχαιρετιστήριο πάρτι που θα κάνουν τα παιδιά επειδή φεύγει."
"Και θα πας;"
"Όχι δεν πρόκειται."
"Πως ήταν η συνάντηση με τους γονείς σου;"
"Πολύ καλά, γνώρισα τον αδερφό μου."
"Ουυ για πες, για πες."
"Ε είναι πολύ ωραίος." είπα καθώς άνοιγα την μισό κλειστή πόρτα του δωματίου μου για να βγω και να πάω κάτω αλλά πίσω από την πόρτα ήταν ο Παναγιώτης.
"Το φαντάζομαι." Κόντεψε να μου πέσει το κινητό από τα χέρια. Εκείνος έσκασε ένα μικρό γελακι και εμένα άρχισε να με λούζει κρύος ιδρώτας.
"Δανάη; Είσαι καλά;" Με ξύπνησε η Τζούλιαν.
"Εμ ναι, πρέπει να κλείσω θα τα πούμε πιο μετά."
"Καλά κατάλαβα." Κατέβασα αργά το τηλέφωνο από το αυτί μου. Είχα γίνει κόκκινη από την ντροπή και δεν μίλησα πρώτη.
"Ανέβηκα γιατί ανησύχησα. Έλειπες πάνω από μισή ώρα."
"Ναι έπρεπε να απαντήσω σε κάποια μηνύματα και τηλεφωνήματα. Τώρα θα κατέβαινα." μίλαγα σιγανά λες και θα αναιρούσα όλα αυτά που άκουσε και είπα. Μάλλον ξέχασα ότι είναι αδερφός μου.
"Λοιπόν, πάμε κάτω;"
"Ναι." Ίσως να μην άκουσε αυτά που είπα.
"Δανάη ήθελα να σου πω από πριν ότι είσαι πολύ όμορφη."
"Μάλλον άκουσες αυτό που είπα πριν."
"Ναι καταλάθος. Και δεν το λέω για να στο ανταποδώσω." Η κατάσταση ήταν πολύ awkward.
"Παναγιώτη είσαι πολύ ωραίο παιδί αλλά η μαμά σου θα παντρευτεί τον μπαμπά μου και η κατάσταση θα μπερδευτεί περισσότερο και δεν θέλω να στερήσω αυτήν την ευτυχία από τον μπαμπά μου όπως κι εσύ το ίδιο από την μαμά σου."
"Ναι καταλαβαίνω."
"Και είναι και το άλλο. Βγήκα από μια σχέση που...που ήταν πολλά για εμένα και δεν είμαι σε θέση να ερωτευτώ ξανά."
"Δανάη μου αρέσεις, και είμαι σίγουρος ότι οι γονείς δεν θα έχουν κανένα πρόβλημα αν βγαίνουμε."
"Θα είναι πολύ άβολο μετά μεταξύ μας."
"Ναι αλλά θα είναι κρίμα να μην δοκιμάσεις." είπε και μου έκλεισε το μάτι.
"Απλά είμαι σε φάση που δεν ψάχνομαι."
"Εντάξει αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα σε διεκδικήσω, να το ξέρεις."
"Είναι και το άλλο. Η απόσταση."
"Θα το δούμε αυτό. Απλά άσε με να σε βγάλω σε ένα ραντεβού."
"Ραντεβού; Καλύτερα όχι."
"Δανάη ένα ραντεβού. Αν δεν περάσεις καλά, δεν θα ξαναβγούμε."
"Καλά, εντάξει."
"Τέλεια!" Πάλι κακά ξεμπερδεματα θα έχουμε. Τι θέλω και μπλέκω; Αλλά ίσως βγει κάτι καλό...

~D💖

Together ForeverWhere stories live. Discover now