Part 48

235 7 0
                                    

"Άρα τα είχες κανονίσει όλα."
"Ναι. Ήξερα ότι δεν θα αντισταθείς."
"Έπρεπε να είχα επιμείνει." είπα ψιθυριστά στον εαυτό μου.
"Δεν μπορείς να μου αντισταθείς και το ξέρεις."
"Πάμε στοίχημα;" Βλέπω να το χάνω.
"Πάμε αλλά θα το χάσεις."
"Μην λες πολλά. Τι στοίχημα θα βάλλουμε;"
"Δεν ξέρω ο,τι θέλεις εσύ."
"Ωραία βάζουμε στοίχημα ότι το βράδυ δεν πρόκειται να σου κάτσω;" Το σκέφτηκε λίγο. Ένα μικρό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του.
"Ναι ας το βάλλουμε."
"Αν χάσεις, θα πρέπει να μου δείξεις πως οδηγάμε την μηχανή."
"Και αν χάσεις εσύ, θα... θα δούμε τι θα κερδίσω."
"Εντάξει, deal?" Του έδωσα το χέρι μου για να κάνουμε χειραψία.
"Deal!"είπε και δώσαμε τα χέρια. Σηκώθηκα και μάζεψα τα εσώρουχα μου από το πάτωμα. Ντύθηκα και ο Γιώργος ήταν ακόμα ξαπλωμένος στο κρεβάτι. Με κοιτούσε πονηρά.
"Τι;"
"Τίποτα."
"Σήκω να ντυθείς για να φύγουμε."
"Έλα εδώ." Με τράβηξε κοντά του.
"Δεν πεινάω πολύ."
"Εγώ πεινάω όμως." Έφυγα από την αγκαλιά του και έβαλα τα παπούτσια μου. Σηκώθηκε και με τα πολλά ντύθηκε. Πήγα στο μπάνιο για να χτενισω τα μαλλιά μου. Τα άφησα κάτω.
"Έτοιμη;"
"Ναι. Μπορούμε να φύγουμε." Πήρε τα κλειδιά από γραφείο του και άνοιξε την πόρτα.ε άφησε να βγω πρώτη από το δωμάτιο.
"Είναι κοντά το εστιατόριο;"
"Ναι με την μηχανή είναι ένα τέταρτο." Δεν ανταλλάζουμε πολλές κουβέντες με τον Γιώργο. Δεν είναι τύπος που μιλάει. Εγώ όμως αν ξεκινήσω δεν θα σταματήσω.

[...]

"Μίλησε μου για εσένα. Πως άρχισες να κάνεις παρέα με τον Γιάννη, τον Διονύση, την Κέλλυ και την Χριστίνα;"
"Με τον Διονύση ξεκινήσαμε να κάνουμε παρέα από όταν συγκατοικησαμε. Μετά μου γνώρισε τον Γιάννη. Δεθηκαμε ακόμα πιο πολύ όταν ξεκίνησα και εγώ το γυμναστήριο. Περνάγαμε πιο πολλές ώρες μαζί. Βγαίναμε. Ο Γιάννης γνώρισε την Χριστίνα μέσω των μαθημάτων που είχαν μαζί. Του άρεσε αλλά δεν της είχε πει τίποτα τότε. Μας την γνώρισε. Την συμπαθήσαμε και αρχίσαμε να βγαίνουμε όλοι μαζί. Με την σειρά της η Χριστίνα μας γνώρισε την συγκάτοικο της, δηλαδή, την Κέλλυ. Βγήκαμε όλοι μαζί μια φορά και από τότε κολλήσαμε."
"Είναι ωραίο που είστε έτσι. Εννοώ ενωμένοι."
"Εσύ στην Ελλάδα έχεις φίλους;"
"Ναι είχα αλλά έχουμε χαθεί εντελώς. Η κολλητή μου σπουδάζει εκτός Ελλάδας και οι άλλοι φίλοι μου δεν ξέρω καν τι κάνουν. Από όταν έφυγα χάσαμε τις επαφές μας."
"Και αυτός μωρέ... Ο πρώτος σου έρωτας, έχετε επαφές;"
"Όχι. Ήταν πλατωνικός έρωτας. Δεν είχαμε κάτι το ουσιαστικό."
"Μάλιστα." Έβαλε μια μπουκιά στο στόμα του.
"Σου αρέσει το Λονδίνο;"
"Ναι αρκετά. Εσένα να φανταστώ πολύ."
"Ναι μου αρέσει πολύ. Έχω ταξιδέψει σε αρκετά μέρη και θα ήθελα να πάω και σε άλλα. Εσύ έχεις ταξιδέψει πουθενά εκτός από Ελλάδα, Ιταλία και Λονδίνο;"
"Ναι έχω πάει για δουλειές στην Ρουμανία και στην Βουλγαρία."
"Και ήταν ωραία;"
"Δεν ήταν κάτι σπουδαίο. Οι άνθρωποι εκεί είναι πολύ αφιλόξενοι. Εσύ που δεν έχεις ταξιδέψει και θέλεις να πας;"
"Δεν έχω πάει ποτέ στο Παρίσι."
"Γαλλία δηλαδή δεν έχεις πάει καθόλου;"
"Καθόλου. Ήτανε να πάμε μια χρονιά με τον πατέρα μου αλλά ακυρώθηκε. Είχα στενοχωρηθεί πολύ, θυμάμαι."
"Ώστε Γαλλία, ε;"
"Ναι."
"Τα Χριστούγεννα έχω ακούσει είναι πολύ ωραία."
"Ωραία θα ήταν να πηγαίναμε διακοπές αλλά τι λέω μόλις ξεκινήσαμε τα μάθηματα."
"Θα δεις που περνάει ο καιρός και δεν θα καταλάβεις πως ήρθαν τα Χριστούγεννα."
"Εσύ τα Χριστούγεννα θα μείνεις εδώ;"
"Δεν ξέρω ακόμα αλλά μάλλον ναι λόγω της δουλειάς, καταλαβαίνεις. Εσύ;"
"Εγώ θέλω να πάω στην Αθήνα να δω την μαμά μου."
"Σου λείπει;"
"Πολύ." Μου λείπει η μαμά μου παρόλο που δεν μιλαμε πολύ και κάθε μέρα. Δεν μπορώ να φανταστώ πως νιώθει ο Γιώργος. Μπορεί να το έχει συνηθίσει, μπορεί και όχι. Τελειώσαμε το φαγητό μας σιωπηλά.
"Σήμερα έχεις δουλειά;"
"Όχι." Ευτυχώς, είπα από μέσα μου.
"Άρα θα μείνουμε όλη μέρα μαζί στο δωμάτιο;"
"Ναι, δε σου αρέσει;"
"Μου αρέσει αλλά..."
"Αλλά τι;"
"Αλλά με ανάγκασες να βάλουμε στοίχημα και δεν θα μπορούμε... ξέρεις."
"Δεν φταίω εγώ." Γελάσαμε. Είναι αλήθεια πως δεν μπορώ να αντισταθώ στον Γιώργο.
"Καλά εντάξει. Δεν μπορώ να σου αντισταθώ."
"Άρα ουσιαστικά έχασες το στοίχημα."
"Ναι το έχασα αλλά εξακολουθώ να θέλω να μου μάθεις να καβαλάω την μηχανή."
"Θα δούμε. Εγώ πάντως σου έχω πει ότι προτιμώ να καβαλάς εμένα παρά την μηχανή." Προσπάθησα να συγκρατήσω το χαμόγελο μου αλλά μάταια. Έβγαλα μια πνίχτη κραυγή. Έβαλα την παλάμη μου μπροστά στο στόμα μου. Κοίταξα τον Γιώργο. Προσπαθουσε να μην γελάσει. Όταν κοιταχτήκαμε σκάσαμε και οι δύο στα γέλια.
"Αλήθεια θέλω να με καβαλάς πιο συχνά." είπε και έκλεισε το μάτι του πονηρά.
"Γιώργο... βρισκόμαστε σε εστιατόριο." είπα και κοίταξα γύρω μου. Μου έπιασε το χέρι.
"Ε, τότε πάμε στο δωμάτιο μου."
"Βιάζεσαι;"
"Δεν κρατιεμαι."
"Γιώργο." είπα με αυστηρό τόνο.
"Έλα... αφού το θες και εσύ."
"Καλά θα φύγουμε αλλά πρώτα θα πάρουμε γλυκό."
"Συμφωνώ." Πέρασε ο σερβιτόρος και ο Γιώργος του ζήτησε να φέρει γλυκό. Μας το έφερε και αμέσως όρμησα.
"Μάλλον εσύ βιάζεσαι."
"Ίσως. Λίγο." είπα μπουκωμενη. Πλήρωσε και φύγαμε.

[...]

Φτάσαμε στο πανεπιστήμιο.
"Δεν μου κάνεις μια ξενάγηση σε όλο το κτήριο γιατί δεν το έχω δει;"
"Ναι, πολύ ευχαρίστως." Αρχίσαμε να περπατάμε στους διαδρόμους και να μου δείχνει τις αίθουσες και τι μαθήματα γίνονται συνήθως. Μετά φτάσαμε στην μεριά που βρίσκονται οι ξενώνες. Άνοιξε την πόρτα και μπήκαμε μέσα. Ο Διονύσης ήταν μέσα.
"Ωω... Γεια!" είπα έκπληκτη με την παρουσία του.
"Γεια σου Δανάη. Και Γιώργο." Με αγκάλιασε.
"Ήρθα να πάρω δύο πράγματα και θα φύγω." είπε και έβαζε ρούχα σε ένα σακίδιο. Ο Γιώργος έβγαλε τα τσιγάρα από την τσέπη του και άναψε ένα.
"Έχετε μήπως κανένα επιτραπέζιο;"
"Ναι κάτι πρέπει να έχουμε. Δες στην ντουλάπα στο τελευταίο συρτάρι." Άνοιξα την ντουλάπα και κοίταξα στο τελευταίο συρτάρι. Υπήρχαν αρκετά εκεί μέσα. Είδα μια Monopoly, UNO και μάντεψε ποιος.
"Λοιπόν, εγώ έφυγα." είπε και άνοιξε την πόρτα.
"Αντίο." είπε ο Γιώργος.
"Τα λέμε." είπα.
"Θέλεις να παίξουμε μάντεψε ποιος;"
"Ναι γιατί όχι."
"Ωραία!" Πήρα το επιτραπέζιο και κάθησα στο κρεβάτι του. Κάθησε και εκείνος απέναντι μου.
"Διάλεξε μια κάρτα." Πήρε μία και με την σειρά μου πήρα κι εγώ.
"Λοιπόν, ξεκινάω εγώ."
"Ωραία."
"Έχει καστανά μαλλιά;"
"Όχι. Εσένα φοράει καπέλο;"
"Ναι. Έχει μούσι;"
"Ναι. Φοράει σκουλαρίκια;"
"Όχι. Ο δικός σου φοράει γυαλιά;"
"Ναι. Η δικιά σου είναι η Μαρία.
"Ναι και ο δικός σου είναι ο Κώστας."
"Ναι."
"Θα ξαναπαίξουμε;"
"Ναι αλλά όχι τέτοιο παιχνίδι."
"Και τότε τι παιχνίδι είναι αυτό;"
"Θα μάθεις." Ένωσε τα χείλη μας. Πέταξε το παιχνίδι κάτω και ήρθε πιο κοντά μου. Τράβηξε και έβγαλε την μπλούζα μου. Επί τόπου ξεκουμπωσε το σουτιέν μου. Σταμάτησε το φιλί μας για να βγάλει την δικιά του. Έβγαλα και τα υπόλοιπα ρούχα μου. Το ίδιο έκανε και αυτός. Ξάπλωσα και ο Γιώργος σηκώθηκε.
"Θέλεις να σου δέσω τα χέρια;" Δεν ήξερα τι να απαντήσω. Για μια στιγμή πέρασε από το μυαλό μου ο φόβος. Επανήλθα και το σκέφτηκα. Το έχουμε ξανακάνει αυτό με τα δεμένα χέρια. Θα κάναμε σεξ απλά θα είχα δεμένα χέρια.
"Ναι." Πήρε μία ζώνη και με πλησίασε. Πέρασε τα χέρια μου μέσα από την ζώνη, την έσφιξε και την πέρασε πάνω από τα κάγκελα του κρεβατιού. Έβγαλε το μποξερακι του και ανέβηκε από πάνω μου.
"Έχασες το στοίχημα οπότε θα κάνω ο,τι θέλω με το κορμί σου." Άρχισε να με φιλάει στο στόμα, μετά στο λαιμό, μετά στο στήθος, μετά στην κοιλιά και μετά εκεί κάτω. Έβαλε τα πόδια μου πάνω στους ώμους του.
"Γιώργ-... Α, δεν μπορώ άλλο." Σταμάτησε και ήρθε πάλι στο στόμα μου. Με φιλούσε και σιγά σιγά γλυστρούσε μέσα μου.

Together ForeverWhere stories live. Discover now