Κεφάλαιο 1ο

8K 431 35
                                    

10 Ιουλίου 2011

Liberty's POV 

«Μαμάκα! Μαμάκα περίμενε! Ξέχασα το αρκουδάκι μου στο σπίτι!» η μελωδική φωνή του γιου μου με έκανε να χαμογελάσω. Ήμουν έτοιμη να ξεκινήσω το αμάξι, όμως αντίς αυτού, χαμογέλασα και του έλυσα την ζώνη ασφαλείας.

«Πάμε να το πάρουμε!» είπα και ανοίξαμε και οι δύο ταυτόχρονα τις πόρτες του αμαξιού.

Άκουγα τα μικρά του βήματα να κλοτσούν το χώμα και τις πέτρες του χωμάτινου δρόμου έξω από το σπίτι μας, και να με πλησιάζουν ολοταχώς. Πάντα του άρεσε να τρέχει. Λύγισα τα γόνατά μου, έτσι που το σώμα μου ήταν στο ύψος του, και άνοιξα τα χέρια μου για να τον κλείσω σε μια τεράστια αγκαλιά. Έπεσε στα μπράτσα μου με ορμή, με το χαχανητό του να πάλλεται ανάμεσά μας. Σηκώθηκα όρθια με εκείνον δεμένο γύρω μου, και βάζοντας πάλι το κλειδί στην κλειδαριά, άνοιξα την πόρτα του πατρικού μου σπιτιού. Έσκυψα και άφησα τον Seamy να σταθεί όρθιος.

«Τρέξε φέρε το αρκουδάκι σου!» του φώναξα χαρούμενα και εκείνος ξεχύθηκε στο μεγάλο σαλόνι.

Ανυπομονούσα να φύγω από εκείνο το σπίτι. Δεν το άντεχα άλλο. Η διαμονή μου εκεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ήταν σκέτο μαρτύριο. Όντας το πατρικό μου, κάποιος θα περίμενε το πρόβλημα να ήταν οι γονείς μου. Εκείνοι αποτελούσαν ένα μέρος του. Η αλήθεια ήταν πως το πατρικό μου δεν υπήρξε ποτέ το αληθινό μου σπίτι. 

Όσο περίμενα τον γιόκα μου να φέρει το παιχνίδι του, άφησα το μυαλό μου να ανασύρει την αντίδρασή τους όταν τους ανακοίνωσα πως ήμουν έγκυος. Ποτέ δεν το χώνεψαν. Ποτέ δεν συμπάθησαν το υπέροχο παιδί που γέννησα. Ποτέ δεν συγχώρεσαν το ότι τους αψήφησα και έζησα τον έρωτά μου. Βέβαια είχαν δίκιο έως ένα σημείο, μα σε γενικά πλαίσια υπήρξαν υπερβολικοί.

Ένα μικρό κεφαλάκι με ξανθιές μπούκλες ξεπρόβαλε ξάφνου από το σαλόνι, κρατώντας στα χέρια του ένα καφέ μαλλιαρό αρκουδάκι.

«Το βρήκα!» ανήγγειλε χαρούμενος, δείχνοντάς μου το.

Τον σήκωσα στα χέρια μου και τον φίλησα στο μέτωπο. Με γρήγορα βήματα βγήκα από το αφιλόξενο, τα τελευταία χρόνια, σπίτι και κατευθύνθηκα στο φορτηγάκι μου που ήταν γεμάτο με κλειστές κούτες, στις οποίες είχαμε όλα μας τα υπάρχοντα -δεν ήταν και πολλά, μην φανταστείτε-, μα είχα αποφασίσει πως έπρεπε να κάνω μια καινούργια αρχή μακριά από όλους και από όλα. Άνοιξα την πόρτα του συνοδηγού και προσεκτικά ακούμπησα το σγουρομάλλικο τέρας στο κάθισμα, τοποθετώντας την ζώνη γύρω από το σώμα του. Του ανακάτεψα τα μαλλιά, και κάνοντας τον κύκλο του αυτοκινήτου, μπήκα και εγώ στην θέση του οδηγού.

The Craziest Thing In Life Is LoveDonde viven las historias. Descúbrelo ahora