Κεφάλαιο 62ο

2.3K 171 16
                                    

LibertysPOV

Ο καιρός εξακολουθούσε να μπερδεύει τους κατοίκους του Λονδίνου, και μαζί με αυτούς και μένα, με τα σκαμπανεβάσματα στην θερμοκρασία και τον αέρα που ενώ στην αρχή της μέρας ήταν άφαντος, μόλις βγήκα από τις μουντές φυλακές του Λονδίνου, φυσούσε σαν μανιασμένος. Έσφιξα την άσπρη ζακέτα πάνω μου και προσπάθησα να βάλω σε μια τάξη τα ανάκατα μαλλιά μου, όσο απομακρυνόμουν από το απαίσιο κτήριο. Το μυαλό μου για άλλη μια φορά, δεν συμβάδιζε με το σώμα μου, και τα πόδια μου ξεκίνησαν μηχανικά να κατευθύνονται στην έξοδο χωρίς κάποιο πλάνο, έρμαια του τυφώνα που σκόρπιζε τις σκέψεις μου, όπως ο δυνατός αέρας τα πολλά φύλλα στον δρόμο γύρω μου.

Ένιωθα τα δάκρυα να στεγνώνουν στα μάγουλά μου, το υγρό στην μύτη μου να παγώνει από τον αέρα και να εμποδίζει να την αναπνοή μου. Τα μάτια μου έτσουζαν, αφυδατωμένα από την προηγουμένως ξαφνική απώλεια δακρύων και ήμουν σίγουρη πως είχαν εκείνο το γνώριμο κόκκινο χρώμα που τόσα χρόνια είχα συνηθίσει για ντύσιμό τους. Ξεροκατάπια περπατώντας αργά, κοιτώντας γύρω μου τα αμάξια που έτρεχαν μα χωρίς πραγματικά να βλέπω, χαμένη στον κόσμο της νεκρικής ησυχίας και μιας ξαφνικής θλίψης που με περικύκλωσε αμέσως μετά τον αποχωρισμό μου με τον Louis.

Λυπόμουν που η ιστορία μας είχε τελειώσει έτσι. Λυπόμουν που κατάφερε να διώξει από μέσα μου ό,τι καλό είχα καταφέρει να φανταστώ για εκείνον. Λυπόμουν που έκανε τα όνειρά μου εφιάλτες. Είχα μέσα μου την πεποίθηση πως αυτό δεν θα έπρεπε να ήταν το τέλος μιας αγάπης. Δεν άξιζα τέτοιο σενάριο απ’ τη ζωή, γιατί πολύ απλά τα είχα δώσει όλα σ’ αυτή την σχέση. Μα ίσως ο Θεός να με καταράστηκε, για την απληστία που έδειχνα απέναντι στα συναισθήματα. Πάντα ζητούσα περισσότερα χρώματα από τον ορίζοντα που έβλεπα στα μάτια του Louis Tomlinson. Πάντα αχόρταγη να νιώσω πράγματα, να αποκτήσω εμπειρίες, να ζήσω. Αυτή πίστευα πως ήταν η μόνη αμαρτία μου. Και τιμωρήθηκα για αυτήν με τον σκληρότερο τρόπο. Έψαχνα πολλά, μα έχασα και τα λίγα που είχα. Εκείνα τα λίγα που στην ουσία μου έδιναν ζωή και με κρατούσαν στον κόσμο. Βασανίστηκα, έκλαψα, απελπίστηκα, γιατί δεν είναι δύσκολο να αρχίσεις να αγαπάς μα να σταματήσεις. Και εγώ δεν μπορούσα να σταματήσω να αγαπώ. Ούτε τον Seamy μα ούτε τον Louis.

Και μετά εμφανίστηκε ο Harry. Μια ηλιαχτίδα μέσα στα παχιά γκρι σύννεφα που έκλειναν την ψυχή μου. Με σήκωσε όρθια και με αγκάλιασε, δίνοντάς μου λίγη ζωή απ’ την δική του, μοιράζοντας την καρδιά του και χαρίζοντάς μου το μισό κομμάτι. Με άλλαξε. Φυσικά και άλλαξε εμένα και τον τρόπο σκέψης μου. Μου έδωσε προοπτική και ελπίδα εκεί που εγώ έβλεπα μόνο το θάνατο ως σωτηρία. Και ήμουν τόσο κοντά, τόσο μα τόσο κοντά στο να αρπάξω τον κόσμο από τα χέρια του και να τον κάνω δικό μας κόσμο. Ήθελα τόσο πολύ να αρπάξω τα χρώματα απ’ τα χέρια του και να ζωγραφίσω το δικό μας αύριο, γιατί το αύριο μου χωρίς εκείνον δεν ήταν γραφτό να υπάρξει. Βούρκωσα και μόνο στην σκέψη του να με αφήσει μετέωρη ενώ βρισκόμουν πλέον τόσο κοντά του. Δεν θα μου το έκανε ποτέ αυτό, ήμουν σίγουρη. Είχε την ζωή μου στα χέρια του και ήξερα πως για εκείνον ήταν αρκετά πολύτιμη για να ρισκάρει και να χάσει.

The Craziest Thing In Life Is LoveWhere stories live. Discover now