Κεφάλαιο 42

1.6K 152 1
                                    

Η Αννα ξύπνησε το πρωι σε εκείνη την μπερδεμένη διάθεση που έχουν όσοι έχουν πράξει κάτι απολύτως λάθος το οποίο όμως τούς έχει προσφέρει απίστευτη ευφορία. Η ευδαιμονία της εναλλασσόταν με τις ενοχές, ο οποίες έδιναν τη θέση τους στην ντροπή. Είχε φερθεί σαν να ήταν μια γυναίκα του δρόμου, μια γυναίκα ανύπαρκτης ηθικής, χαλαρών ηθών, όπως αυτές για τις οποίες συζητούν συχνά οι άντρες στις παρέες τους. Γυναίκες που οι άντρες λατρεύουν στο σκοτάδι και απεχθάνονται στο φως. Και το χειρότερο; Είχε φερθεί έτσι επιπόλαια με έναν αντρα που ήταν το αφεντικό της. Η συμπεριφορά της χθες δεν θύμιζε την ιδια, θύμιζε συμπεριφορές της Ζωής. Πραγματα που της είχε διηγηθεί κατά καιρούς η Ζωη και την είχαν στο παρελθόν σοκάρει, έφτασε να τα πράξει η ιδια! Με έναν αντρα που ηξερε μόλις μια μερα!

Είχαν χωρίσει χθες βιαστικά, καθώς μια παρέα είχε τη φαεινή ιδεα να βγει στην εσωτερική αυλή για να συνεχίσει εκει τα σφηνάκια της. Μόλις που πρόλαβαν να αποσπαστούν τα κορμιά τους ώστε να δίνουν μια έστω επίφαση ευπρέπειας. Εκείνη μουρμούρισε ένα καληνύχτα, βιαστικό, γρήγορο και εφυγε πανικοβλητη για το δωμάτιο της. Τα μαγιά ειχαν λυθεί και τώρα, το πρωι, τα πάντα φαίνονταν πρόστυχα και ωμά. 

Πήγε στην τραπεζαρία αναμασώντας ξανα και ξανα τα ανάμεικτα συναισθήματα της. Ήταν νωρις το πρωι, και ο χώρος ήταν εντελώς άδειος  με εξαίρεση μια κοπέλα που τακτοποιούσε τα τραπεζομάντηλα στα τραπέζια. Βγήκε λοιπόν ξανα και περπάτησε προς τη ρεσεψιόν. Μια γυναίκα με φουντωτά μαλλιά και ξινισμενο ύφος ειχε αντικαταστήσει τον Πέτρο.

« Λέγομαι Αννα Ρηγάτου» συστήθηκε η Αννα και όταν η άλλη την κοίταξε με απορία, διευκρίνησε: « Η καινούργια νοσοκόμα»

« Αααα» είπε η άλλη ξερά. 

Εκείνη τη στιγμη εμφανίστηκε η Βανα: « Καλημέρα! Σήμερα έχουμε οργανώσει καγιάκ στον Βοιδοματη. Ο καιρός θα είναι ήπιος και μάλλον θα έχει και λιακάδα. Δε ρωτάς τη δρακαινα αν μπορεις να έρθεις! Η καλυτερα ζητά το από τον Γιάννη. Να της πει πως ειναι δίκη του ιδεα. Σε μια ώρα ακριβως από τώρα θα φυγουμε με πουλμανάκι. Ραντεβού απεξω, αν τελικά τα καταφέρεις.»

Άκουσε τη φωνη του Αλεξανδρακη,  να μιλάει στην κοπέλα στη ρεσεψιόν, και απέφυγε να κινηθεί, φοβούμενη να συναντήσει το βλέμμα του. Τι σκεφτόταν εκείνος; Ποιες προθέσεις είχε; Πως θα χειριζόταν την ... απίστευτη οικειότητα των σωμάτων τους, λίγες ωρες πριν. Ένιωσε τα μάγουλα της να καινε στην ανάμνηση της προηγούμενης νύχτας. Αμηχανία την ακινητοποίησε. Στάθηκε σαν άγαλμα μην ξέροντας πως να φερθεί. Δεν είχε εμπειρία από τέτοιες καταστάσεις... Θα ήθελε να μπορεί να του μιλήσει με φυσικότητα και με άνεση. Αλλά πως ήταν κάτι τέτοια δυνατό μετά από τη χθεσινή νύχτα;

Μη φεύγεις, αγάπη μου...Where stories live. Discover now