Kεφάλαιο 30

1.8K 156 2
                                    

Ο άντρας έβγαλε αλάρμ και σταμάτησε σε ένα μικρό πλάτωμα του δρόμου. Ένιωθε φρικτά ταπεινωμένη, με τις μπότες της γεμάτες με εμέσματα, αλλά εκείνος έδειξε πως ήταν εξοικειωμένος με τέτοιες καταστάσεις. Βγήκε από το αυτοκίνητο ενώ εκείνη έψαχνε αντισηπτικά μαντηλάκια για να συμμαζέψει το χάλι που είχε δημιουργήσει. Ο ξένος άνοιξε ένα μικρό μεταλλικό κουτί που υπήρχε στην καρότσα,  και ανοίγοντας την πόρτα του συνοδηγού τής πρόσφερε ένα ρολό χαρτί κουζίνας μαζί με ένα μπουκάλι με νερό. Της τα άφησε μαλακά στην ποδιά της, και διακριτικά έστριψε το κεφάλι του προς άλλη κατεύθυνση. Κατέβηκε και εκείνη, καθάρισε τις βρομιές σκύβοντας στο πάτωμα του αυτοκινήτου. Μετά ξέπλυνε το στόμα της και έπλυνε προσεκτικά το πρόσωπό της.

" Ας πούμε πως είμαι έτοιμη" του είπε, και ανέβηκε στη θέση του συνοδηγού με τα χέρια της διπλωμένα πάνω στη φούστα της, κοιτώντας ίσια μπροστά. Είχε καθαρίσει όσο μπορούσε, αλλά δυστυχώς δεν μπορούσε να κάνει και πολλά για την όξινη μυρωδιά που είχε κατακλύσει κάθε εκατοστό του αυτοκινήτου.

Μπήκε και αυτός στη θέση του οδηγού και, ενώ έβαζε μπρος το αυτοκίνητο, της είπε: " Συμβαίνουν αυτά, ανθρώπινα πράγματα"

Ένιωσε την ανάγκη να υπερασπιστεί τον εαυτό της: " Πρώτη φορά μού συνέβη..." 

Θυμήθηκε τη Ζωή που έλεγε πως η η ατάκα: "πρώτη φορά μού συμβαίνει" ήταν η απόλυτη απόδειξη πως είχε ξανασυμβεί. Και μάλιστα πολλές φορές...

" Θα πρότεινα να κοιμηθείτε για το υπόλοιπο της διαδρομής" είπε εκείνος.

" Όχι, όχι, θέλω να δω τη διαδρομή" είπε αυτή και, ακόμα και στα αυτιά της, η πρότασή της ακούστηκε παιδαριώδης με τον τρόπο που ειπώθηκε. Αλλά έξω, το τοπίο είχε ξεπεράσει κάθε έννοια ομορφιάς, άγγιζε το μεγαλειώδες. Ένας χλωμός ήλιος φώτιζε τον δρόμο μέσα από την υγρή ομίχλη, κίτρινα φύλλα σχημάτιζαν δεξιά και αριστερά του δρόμου ένα χρυσό χαλί, τεράστια κλαδιά δέντρων έβγαιναν σαν απελπισμένα άδεια χέρια στο κάδρο του παμπρίζ. Δεν ήθελε να χάσει αυτή τη μαγευτική διαδρομή...

" Αν δεν το κάνετε, ίσως ξαναζαλιστείτε΄ η διαδρομή είναι έτσι και αλλιώς δύσκολη και θα είναι δυσκολότερη για ένα πονεμένο στομάχι" της είπε χωρίς να την κοιτάζει.

Ομολογουμένως, είχε δίκιο. Η Άννα όφειλε να το παραδεχτεί. Ένιωθε πάλι την κοιλιά της ανήσυχη και ένας νέος σπασμός την ανάγκασε να πάρει βαθιές ανάσες προκειμένου να αποφύγει ένα νέο κύμα ναυτίας. Συγκατάνευσε, λοιπόν: " ΟΚ. Θα προσπαθήσω να κοιμηθώ. Θέλω όμως, παρακαλώ, να σας ζητήσω μία χάρη. Θα ήθελα να μην αναφέρετε αυτό το άτυχο...συμβάν στον κύριο Αλεξανδράκη"

Εκείνος γύρισε το κεφάλι και της έσκασε ένα χαμόγελο. " Για αυτό ανησυχείτε;"

" Ε, ναι. Θα είμαι υπάλληλος του, η νέα νοσοκόμα, δεν ξέρω αν σας είπε, και δεν θέλω να δώσω την εντύπωση της ευαίσθητης ή ,ακόμα χειρότερα, της αρρωστιάρας"

" Μην ανησυχείτε για τέτοια πράγματα" της είπε αυτός, κοιτώντας τον δρόμο. " Ξεκουραστείτε. Σας υπόσχομαι πως δεν θα πω τίποτα". Μετά της έριξε ακόμα μία ματιά, πεταχτή αλλά άκρως διεισδυτική. Τα μάτια του, πρόσεξε για πρώτη φορά η Άννα, ήταν κατάμαυρα, με βαθιές ρυτίδες τριγύρω. Τα φρύδια του που έμοιαζαν με θύσσανους, θα πρέπει κάποτε να ήταν σκούρα, αλλά  τώρα είχαν άσπρες τριχούλες κατά τόπους, πράγμα που έδινε στο πρόσωπό του ακόμα πιο αγριωπή όψη. Είχε μαυρισμένο από τον ήλιο πρόσωπο, σκαμμένο στα μάγουλα, όπως συνήθως έχουν οι αγρότες, και μαλλιά ακούρευτα, υπερβολικά μακριά, που έπεφταν σε ατίθασες φράντζες γύρω από το πρόσωπό του, φτάνοντας στο ύψος του λαιμού. Παρά το κρύο φορούσε μόνο ένα μαύρο μακό. Παντελόνι εκστρατείας με τσέπες και ορειβατικά μποτίνια. Ηλικία απροσδιόριστη, σκέφτηκε η Άννα. Μεγάλος για να τον πεις νέο, πολύ νέος για να τον χαρακτηρίσεις μεγάλο. Θα μπορούσε να είναι σαράντα, μπορεί και σαρανταπέντε.

Τυπικό δείγμα ανδρός της ελληνικής υπαίθρου, κατέληξε μέσα της, νιώθοντας τα βλέφαρά της να βαραίνουν. Δεν ήθελε να κοιμηθεί αλλά ένιωθε πως τελικά δεν θα το απέφευγε. Οι στροφές γίνονταν όλο και πιο κλειστές και το τοπίο όλο και πιο άγριο. 

" Κοιμηθείτε" της είπε εκείνος, με βαριά επιτακτική φωνή. Η Άννα παρατήρησε πως μιλούσε αργά, χωρίζοντας μία μία της συλλαβές, τονίζοντάς τες περίεργα. Αυτή ήταν η τελευταία σκέψη της πριν βυθιστεί σε έναν απίστευτα γλυκό ύπνο.


Μη φεύγεις, αγάπη μου...Donde viven las historias. Descúbrelo ahora