Kεφάλαιο 36

1.8K 154 6
                                    

Ο διάδρομος σε αυτό το συγκρότημα ήταν στρωμένος με ένα μακρύ χαλί, που φαινόταν τρομερά ακριβό, ενώ πολυθρόνες τύπου Λουί Κενζ ακουμπούσαν ανέμελα την πλάτη τους στους τοίχους, δίπλα σε μεγάλους καθρέπτες με χρυσές λεπτομέρειες. Η Άννα κατάλαβε πως αυτό το τμήμα του ξενοδοχείου ήταν το πιο πολυτελές. Τσέκαρε το είδωλό της σε έναν καθρέπτη και για λίγα δευτερόλεπτα πρόβαρε το χαμόγελό της και το στήσιμο του κορμιού. Να έμπαινε χαμογελαστή; Να έμπαινε σοβαρή; Χαμογελαστή, αποφάσισε. Το χαμόγελο αφοπλίζει τους ανθρώπους. Κοίταξε στα γρήγορα το ρολογάκι της. Η ώρα ήταν μιάμιση. Τέτοια ώρα, πίσω στο νοσοκομείο, η βάρδια έφτανε στο τέλος της και η ίδια με τη Βάλια κάπνιζαν στα κρυφά ένα τσιγάρο, στο δωματιάκι αλλαγής, διασταυρώνοντας τα ευτράπελα ή και τα δύσκολα που είχαν συμβεί κατά τη διάρκεια του πρωινού. Υποσχέθηκε στον εαυτό της πως θα τηλεφωνήσει στη Βάλια. Μαύρη πέτρα είχε ρίξει πίσω της... Συμβαίνει αυτό... Συμβαίνει να ξεχνάς τους φίλους που σε στήριξαν, όταν η ζωή σου μπαίνει σε άλλους δρόμους  και σε μονοπάτια ανεξερεύνητα. Εδώ ακουγόταν πάλι μουσική, κλασική, από μικροσκοπικά μεγάφωνα που ήταν στερεωμένα δίπλα στις κάμερες παρακολούθησης. Ωχ, σκέψου να την κοιτούσαν... Να την έβλεπε κάποιος να προβάρει το χαμόγελο, σαν ηλίθια... Να την έβλεπε ο ίδιος ο Αλεξανδράκης μέσα από την κάμερα να παίρνει πόζες!

Βιάστηκε να χτυπήσει την πόρτα. Ακούστηκε ένα τραχύ " Περάστε" και η Άννα έκανε το πιο μετέωρο και παρακινδυνευμένο βήμα της ζωής της.

" Καλησπέρα" είπε. Μετά διόρθωσε: " Καλημέρα!" Μετά ξαναδιόρθωσε: " Μάλλον καλησπέρα, πρέπει να πω"

" Ποια είσαι εσύ, η νοσοκόμα;" 'άκουσε την ίδια φωνή να ρωτάει. " Για έλα μέσα..." Ο χώρος ήταν παραφορτωμένος με αντίκες. Το φως του μεσημεριού έμπαινε με δυσκολία μέσα από τις βαριές μωβ κουρτίνες και το δωμάτιο μύριζε γυναικείο άρωμα και αρωματικά στικς. Πράγματι, σε μικρά βαζάκια, τα στικς θυμιάτιζαν σπέρνοντας στην ατμόσφαιρα μία λιγωτική μυρωδιά λιβανιού.

Η Άννα περπάτησε θαρρετά προς το εσωτερικό. Τι θα αντίκρυζε, Θεέ μου...

Πάνω σε ένα υπέρδιπλο κρεβάτι ήταν μισοξαπλωμένη μία μελαχρινή γυναίκα. Είχε κορακίσια μαλλιά, αφημένα στους ώμους και φορούσε κατακόκκινη βελούδικη ρόμπα, ανοικτή μπροστά που άφηνε να φανεί ένα δαντελένιο άσπρο νυχτικό. Το νυχτικό είχε ένα αβυσσαλέο ντεκολτέ και τα στήθη της γυναίκας πρόβαλλαν τρομερά νεανικά. Κάπνιζε ένα τσιγάρο, στερεωμένο στην άκρη μιας πίπας. Δίπλα της ήταν κουρνιασμένο το σώμα ενός άσχημου σκυλιού. Ο σκύλος γαύγισε ανόρεκτα, και αμέσως μετά, βυθίστηκε στον προηγούμενο ύπνο του. Το γεμάτο δακτυλίδια αριστερό χέρι της γυναίκας συνέχιζε να χαιδεύει το κεφάλι του σκύλου, όταν στύλωσε με ενδιαφέρον τα μάτια της πάνω στην Άννα.

" Τουλάχιστον έχεις ευχάριστη όψη" είπε η γυναίκα. " Οι προηγούμενες ήταν κακομούτσουνες".

Η Άννα αιφνιδιάστηκε. Άλλα περίμενε, άλλα συνάντησε. Αυτή η γυναίκα ήταν η ασθενής της; Δεν φαινόταν να νοσεί από τίποτα άλλο εκτός από υπερβολική κοκεταρία...

" Πλησίασε, δεν δαγκώνω. Συνήθως, δηλαδή" είπε η γυναίκα.

Η Άννα έβγαλε την ποδιά της από την τσάντα της και μπροστά στα κατάμαυρα μάτια της γυναίκας την φόρεσε. Τα χέρια της έτρεμαν καθώς κούμπωνε τα κουμπιά.Πλησίασε μετά το κρεβάτι με σταθερό βήμα.

" Χα, χα, έβαλες και ποδιά; Έχεις πλάκα εσύ..."

" Λέγομαι Άννα Ρηγάτου" είπε η Άννα.

" Λέγομαι Λέλα Αλεξανδράκη" είπε η γυναίκα, μιμούμενη κοροιδευτικά τη φωνή της 'Αννας.

" Θα είμαι η νοσοκόμα σας" είπε η Άννα, και πλησιάζοντας το κρεβάτι ίσιωσε κάπως τα σκεπάσματα και κάθισε στα πόδια της ασθενούς, κοιτώντας την κατάματα.

Η άλλη ρούφηξε δυνατά την πίπα της και άφησε τον καπνό να βγει σε τέλεια δακτυλίδια. " Έλα, Παναγία μου, τι φρούτο είσαι εσύ;" είπε με την μπάσα φωνή της.

" Δε θα έπρεπε να καπνίζετε με κλειστό παράθυρο" είπε η Άννα και ανασηκώθηκε σβέλτα. Άνοιξε το παράθυρο και ο αέρας εισέβαλλε κρύος στο υπνοδωμάτιο.

" Κλείσε θα πουντιάσω" είπε άγρια η γυναίκα.

" Δεν παθαίνετε τίποτα με τον αέρα. Από το τσιγάρο, αντίθετα, μπορεί να πάθετε πολλά άσχημα πράγματα" Ξανακάθισε στο κρεβάτι και είπε: " Θέλετε να μου δείξετε τι φάρμακα παίρνετε; Ή πιθανώς τι εξετάσεις έχετε κάνει. Θα ήθελα να ξέρω το ιστορικό σας, ο κύριος Αλεξανδράκης δεν πρόλαβε να με ενημερώσει..."

" Πήγαινε και κλείσε το παράθυρο, μην σε πετάξω και εσένα απέξω. Ο Ραούλ είναι συνήθως ήσυχος αλλά, πίστεψέ με, θα σε δαγκώσει με ευχαρίστηση αν του το πω". Τίναξε το τσιγάρο της στο τασάκι και συνέχισε μιλώντας στο κενό: " Τι θράσος, εισβάλλει μέσα και αρχίζει τις νουθεσίες..."

Η Άννα πάγωσε αλλά τελικά μίλησε με σταθερή φωνή: " Είμαι εδώ για το δικό σας καλό. Και σκοπεύω να κάνω τη δουλειά μου: να φροντίζω δηλαδή για το δικό σας καλό. Οπότε, θα πρότεινα να σβήσετε το τσιγάρο και να μιλήσουμε για την κατάσταση της υγείας σας".

" Χα, χα" είπε η γυναίκα. " Που νομίζεις πως έπιασες δουλειά; Στο Grey's Anatomy; Χα, χα, φόρεσε και ποδιά...Άκου, τους κανόνες εδώ μέσα τους ορίζω εγώ. Και τώρα, θέλω να με αφήσεις ήσυχη. Πάρε την άσπρη ποδιά σου και το γλυκερό σου χαμόγελο και εξαφανίσου!"

Μη φεύγεις, αγάπη μου...Where stories live. Discover now