Άτιτλο κεφάλαιο 118

2.1K 122 8
                                    

Ο ήχος της βιντεοκλήσης στο μέσσετζερ ξύπνησε την Άννα. Κοίταξε το ρολόι της. Πολύ νωρίς ώστε τα νέα να είναι ευχάριστα. Ο Γιάννης κοιμόταν δίπλα της και μουρμούρισε κάτι, δυσαρεστημένος από το πρόωρο εγερτήριο. Μετά γύρισε πλευρό και η Άννα απάντησε στην Ζωή σιγανά " Σε παίρνω αμέσως" . Μόλις έφτασε στην ουδέτερη ζώνη της κουζίνας πήρε πίσω τη φίλη της.

" Έλαααααα. Τί έγινε; Με τρόμαξες!"

" Το έχασα, Άννα, το έχασα! Πάλι το έχασα!"

" Θεέ μου..." είπε η Άννα και δαγκώθηκε. Δεν χωρούσαν λόγια παρηγοριάς, δεν χωρούσε τίποτα σε αυτή τη στιγμή. Μόνο η βουβή συμπόνια, μόνο η βουβή αγάπη. Κοίταξε το πρόσωπο της Ζωής έτσι όπως φαινόταν ελαφρώς παραμορφωμένο από τη γωνία της βιντεοκλήσης. Ήταν κλαμένη, τα βλέφαρά της πρησμένα, τα χαρακτηριστικά της τραβηγμένα, τα μάτια της άδεια. Η φωνή της ήταν όπως πάντα βαθιά, αλλά με ένα καινούργιο βάθος, με το βάθος που δίνει ο πόνος και η απελπισία.

" Πέρασα τα πάνδεινα, γιατι είναι τόσο δύσκολο, γιατί είναι τόσο δύσκολο κάτι που σε άλλες είναι τόσο εύκολο..." πλάνταζε η Ζωή λέγοντας την ίδια πρόταση ξανά και ξανά.

" Σςςςς, σςςςς, αγαπημένη μου, μη βαρυγκομάς, ο Θεός ξέρει καλύτερα"

" Τι ξέρει καλύτερα;;!"

" Πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να σου δώσει ένα γερό παιδί"

" Χθες και προχθές και παραπροχθές ήταν η κατάλληλη στιγμή. Μετά από τόσες ορμόνες, μετά τόση ταλαιπωρία, μετά από τόση ελπίδα πως μου το έκανε αυτό ο Θεός; Δεν υπάρχει Θεός, δεν υπάρχει τίποτα, και αν υπάρχει είναι κακός μαζί μου"

" Ίσως είναι για καλό..."

" Τι το καλό έχει να χάσω από μέσα μου το μωρό μου;"

" Ίσως δεν ήταν γερό, ίσως να το έχανες αργότερα- πράγμα που θα ήταν ακόμη πιο δύσκολο"

" Άννα, σταμάτα!"

" Σταματάω...συγγνώμη, συγγνώμη, δεν ξέρω τι να πω"

" Μη λες τίποτα... Μόνο ακου με: Έγινε στις 5 το πρωί, έφυγε σαν ματωμένη μύξα, έφυγε έτσι άδοξα μέσα από τα πόδια μου... Και ο Γιώργος φοβήθηκε τόσο, φοβήθηκε τοσο, που κατάλαβα πως με αγαπάει, κάτι είναι και αυτό, δεν είναι;"

" Πως δεν είναι! Είναι το σημαντικότερο να σε αγαπάει ο άνθρωπός σου. Πού είναι τώρα;"

" Πήγε να μου πάρει φρέσκα κρουασάν. Μόλις γυρίσαμε από το νοσοκομείο. Δεν χρειάζεται καν επέμβαση' απλώς ξεκόλλησε και έφυγε όλο πάνω στα σεντόνια"

" Σε παρακαλώ, μην παιδεύεις τον εαυτό σου"

" ΔΕΝ έχω καμία όρεξη να παιδέψω τον εαυτό μου!!!" ούρλιαξε η Ζωή. " Η τύχη με παιδεύει, έχω σαλτάρει και από τις ορμόνες, βλέπω το μπαλκόνι και σκέφτομαι: και δεν πέφτω.."

" ΜΗΝ λες τέτοια, σε παρακαλώ, μη σκέφτεσαι έτσι..."

" Οι ορμόνες μου το έκαναν, τα βλέπω όλα δύσκολα, όλα μάταια, όλα πολύπλοκα. Και τώρα τα βλέπω όλα θανατερά!" . Η Ζωή πέρασε τα χέρια της μέσα από τα μαλλιά της με ένταση. Μετά κοίταξε την Άννα με ένα τρελό βλέμμα. " Χέστηκα! Ποτέ δεν ήμουν ο μητρικός τύπος, με ξέρεις. Χέστηκα αν θα κάνω παιδί. Για τον Γιώργο το ήθελα. Δεν το ήθελα για μένα, με ξέρεις, δεν γουστάρω τα παιδιά και τα σκατά τους..."

" ........................."

" Τι με κοιτάς έτσι;"

" Πως σε κοιτάζω;"

" Λες και είμαι τρελή"

" Δεν είσαι τρελή είσαι ταραγμένη. Δεν έπρεπε να σε αφήσει μόνη ο Γιώργος"

" Με άφησε για να πάει να κλάψει. Είναι μυξιάρης και δειλός"

" Δεν είναι ούτε μυξιάρης, ούτε δειλός. Πονάει και αυτός και..."

" Δεν πονάει αυτός! Εγώ πονάω, εγώ πόνεσα, εγώ έφαγα τριακόσιες ενέσεις, εγώ τα πέρασα όλα!"

" Εσύ... Αλλά και αυτός λίγο..."

" Πολύ λίγο! Πολυ πολύ λίγο!"

" Μην το κάνεις αυτό Ζωή στον εαυτό σου. Μην τον αδικείς, μην αδικείς και εσένα. Είναι τραγικό αυτο που συνέβη, αλλά συνέβη"

" Γαμώ την τύχη μου συνέβη, ναι, και πρέπει να το αντιμετωπίσω"

" Αυτή που μιλάει τώρα είναι η Ζωή μου, η δυνατή Ζωή μου"

" Βαρέθηκα να είμαι δυνατή, βαρέθηκα, βαρέθηκα" είπε με ήσυχη απελπισία η Ζωή.

" Ξέρω..." είπε απλά η Άννα.

Κλάψανε μαζί μέσα από τα κινητά τους. Έτσι όπως κάνουν οι φίλες.


Μη φεύγεις, αγάπη μου...Where stories live. Discover now