Ο Μάρτιν κοιμήθηκε ευτυχισμένος μαλάζοντας τη ρόμπα της πάνω στο κρεβάτι. Η Άννα στάθηκε αναποφάσιστη. Έπρεπε να βγει από το δωμάτιο, να βρει τους υπόλοιπους ( κυρίως τη Ζωή). να δείξει πως αναλαμβάνει δράση, να εκτιμήσει την νέα κατάσταση. Αλλά ένιωθε τα πόδια της κομμένα, ένιωθε να μην μπορεί να κάνει βήμα. Κατά βάθος, ήθελε να αγκαλιάσει τον Μάρτιν και να κρυφτεί από όλους. Να πέσει να κοιμηθεί αφήνοντας τις σκέψεις για την επόμενη μέρα. Και κυρίως τη δράση για την επόμενη μέρα.
Έπλενε το πρόσωπό της όταν χτύπησε το κινητό. Ήταν η Λέλα. Πήρε αμέσως στάση προσοχής και ρώτησε: " Με χρειάζεστε, κυρία Αλεξανδράκη...;".
Η άλλη απάντησε χαρωπά: " Σε χρειαζόμαστε όλοι. Είμαστε στην τραπεζαρία με τη φίλη σου και σε περιμένουμε για να ολοκληρωθεί το παρεάκι. Μην αργείς λοιπόν, έλα..."
Η Αλεξανδράκη ακουγόταν χαρούμενη, έτσι όπως ακούγεται ένας άνθρωπος που έχει καταναλώσει κάποια ποτά.
" Ναι, φυσικά! Τακτοποιώ τον γάτο μου' έρχομαι σε λίγο!"
Ώστε και η Λέλα είχε εγκολπωθεί στην παρέα; Απίστευτο! Είχε ξεκουνήσει από το διαμέρισμα της προφανώς κινητοποιημένη από την "αναφορά" της Γιώτας. Η Άννα ήταν βέβαιη πως η Γιώτα θα είχε ενημερώσει τη Λέλα, για όλα. Με το νι και με το σίγμα. Και φυσικά η Λέλα, άνθρωπος που κυνηγούσε κάθε νέα εμπειρία, παρά την ηλικία της, θα είχε στολιστεί και θα είχε πάει τρέχοντας να γνωρίσει από κοντά τη Ζωή.
Βάφτηκε με επιμέλεια, πολύ πιο βαριά από ότι συνήθως. Ήταν σαν να ήθελε να μασκαρέψει τα συναισθήματά της, σαν να φορούσε μία μάσκα σαν αυτή που φοράνε όσοι κάνουν ξιφασκία. Για να προστατευτεί από τα βλέμματα που θα καρφώνονταν πάνω της. Για να κρύψει, όσο γίνεται, το μέσα της. Την αντάρα που είχαν ξεσηκώσει όλα αυτά τα γεγονότα. Πολλά γεγονότα σε τόσες λίγες μέρες...
Τελικά φόρεσε ένα τζην και ένα άσπρο χοντρό πουλόβερ. Δεν ήθελε να δείξει πως είχε υπερπροσπαθήσει. Αν και το πρόσωπό της, μπογιατισμένο υπερβολικά, έδειχνε πως είχε εξαντλήσει κάθε κοκεταρία.
Βγήκε και πήγε στη ρεσεψιόν. Ήλπιζε να βρει μόνο τον Γιάννη, ναι, αυτό ήλπιζε. Αντί για τον Αλεξανδράκη όμως βρήκε τη Γιώτα, ντυμένη με το άσπρο πουκάμισο που φορούσαν οι ρεσεψιονίστ, χτενισμένη και μακιγιαρισμένη. Ήταν ένας άλλος άνθρωπος.
" Εσύ εδώ;" είπε έκπληκτη η Άννα.
" Ιγώ θα βγάλω πάλι του φίδι απ' την τρύπα. Του κορίτσι -λάστιχου. Αλλά, έχε χάρη που αγαπώ του αφεντικό, οχι σαν την γαιδούρα τη Νατάσα. Του είπα άστου πάνου μ' , αφεντικό. Ξέρω και τα Αγγλικούλια μου, έχω το Lower πάρει, και ξένους μπορώ να τους χειριστώ, που λέει ου λόγος..."
YOU ARE READING
Μη φεύγεις, αγάπη μου...
ChickLitΗ 'Αννα είναι μια 28χρονη νοσοκόμα που έχει μια καλά ρυθμισμένη ζωή. Λατρεύει το αγόρι της , λατρεύει τη δουλειά της, λατρεύει τη συγκάτοικό της. Απεχθάνεται όσο τίποτα τις αλλαγές. Όταν όμως η σχέση της με τον Δημήτρη διαλύεται με αναπάντεχο τρόπο...