Κεφάλαιο 53

1.6K 155 10
                                    

Το κινητό της Άννας χτύπησε όταν είχαν μόλις μπει στο διαμέρισμα της Λέλας και το απάντησε κάνοντας ένα απολογητικό νεύμα στην Αλεξανδράκη. Ήταν η Ζωή. Πριν μιλήσει έπιασε τον εαυτό της να κατακλύζεται από νοσταλγία και μετά από αγωνία και μετά από θυμό...Ήταν δυνατόν το ίδιο άτομο να της προκαλεί τόσο αντικρουόμενα συναισθήματα; Μόλις μία βδομάδα μακριά από τη Ζωή και το κενό στην ψυχή της Άννας ήταν ήδη μεγάλο. Λες και ο όγκος της αγάπης της προς τη συγκάτοικο, που είχε ξαφνικά σβήσει, είχε αφήσει ένα έλλειμμα που ο ίδιος ο εαυτός της πάσχιζε να επουλώσει, όπως το ανθρώπινο δέρμα τρέχει να κλείσει ένα τραύμα από μαχαίρι. Χρειαζόταν κάτι για να υποκαταστήσει αυτό το έλλειμμα' συναισθήματα εξίσου έντονα, εξίσου ευχάριστα, εξίσου διεγερτικά με αυτά που ένιωθε για την πρώην συγκάτοικό της. Μήπως γι' αυτό ακριβώς τον λόγο είχε αφήσει τον εαυτό της να γοητευτεί από έναν άντρα σαν τον Αλεξανδράκη; Μήπως απλώς το -σαν αστροπελέκι!- ξελόγιασμά της από το αφεντικό της ήταν μία ανάγκη για αντιρρόπηση αυτού του ψυχικού κενού;

" Είναι ανάγκη να σου μιλήσω" είπε χωρίς προλόγους η Ζωή και η Άννα σχεδόν χαμογέλασε καθώς άκουσε τη φωνή της. " Ο Μάρτιν έχει τρελαθεί, κλαίει κανονικά, νομίζω πως έχει... κατάθλιψη"

Μίλησε κοφτά και αυστηρά, αγνοώντας το γεμάτο περιέργεια ύφος της Αλεξανδράκη: " Ίσως έχει κατάθλιψη γιατί τον παίξαμε στα ζάρια"

" Δεν αποφάσισα εγώ να γίνουν έτσι τα πράγματα" είπε επιθετικά η Ζωή. " ΕΣΥ μου την έπεσες άδικα, εσένα τσίμπηκε μύγα- τι μύγα;, αγριοσφίγγα σε τσίμπησε- και άρχισες να λες τρελά πράγματα"

Η Άννα την έκοψε: " Είμαι στη δουλειά, δεν μπορώ να μιλήσω"

" Ποια δουλειά; Πήρα τη Βάλια και μου είπε πως τα παράτησες όλα για μία αγγελία. Πως είσαι στα Γιάννενα, αληθεύει;" Κάτω από το άγριο τόνο της Ζωής, η Άννα διέκρινε ακόμα το νοιάξιμο, εκείνη την προστατευτικότητα που είχε απέναντί της η φίλη της, και ένιωσε προς στιγμή να συγκινείται.

" Να μην σε νοιάζει" της απάντησε πεισματάρικα.

" Με νοιάζει και με κόφτει, είσαι γνωστή αφελής παρόλο που το παίζεις ξύπνια, δεν θέλω να μπλέξεις γιατί, παρά τις γελοιότητες που μου' κανες, νιώθω πως ακόμα έχω κάποια ευθύνη απέναντί σου"

" Να το σκεφτόσουν πριν κάνεις αυτά που έκανες"

" Δεν έκανα τίποτα και ΔΕΝ θα το ξαναπώ. Καθαρός ουρανός, αστραπές δε φοβάται. Το θέμα μου τώρα είναι ο Μάρτιν. Θα με πάνε μέσα για κακοποίηση ζώων, έχει τρελαθεί το ζωντανό, δεν τρώει, κάθεται στην πόρτα και νιαουρίζει σαν να κλαίει"

" Ίσως επειδή καταλαβαίνει ποια είσαι..." είπε κακιωμένα η Άννα, αλλά χωρίς πολλή σιγουριά στη φωνή. Η καρδιά της είχε λυγίσει. Σκεφτόταν τον Μάρτιν, μόνο, νηστικό, να κλαψουρίζει και τη Ζωή να τον παρατάει μόνο μερόνυχτα...

" Άκου τι θα γίνει... Την επόμενη βδομάδα θα έχω άδεια. Θα έρθω να στον φέρω. Θα ήταν έγκλημα να τον αφήσω έτσι. Πες μου που είσαι, που μένεις, πως θα σε βρω"

Για λίγα λεπτά η Άννα μπλόκαρε. Ήθελε να φύγει μακριά από την παλιά της ζωή και τώρα η παλιά της ζωή ήθελε να εισβάλλει στη νέα... Ένιωσε πανικό. Είχε κλείσει λογαριασμούς με τη Ζωή και όσο και αν ήταν επώδυνο, ταυτόχρονα ήταν λυτρωτικό. Και τώρα...

" Δεν θα σου πω πού είμαι" είπε η Άννα και ακούστηκε και στα ίδια τα αυτιά της παιδιάστικη.

" Θα μου πεις και θα πεις και ένα τραγούδι" είπε η Ζωή. " Φεύγω σήμερα για Ν. Υόρκη πάλι, μεθαύριο όμως που θα γυρίσω θα περιμένω να μου πεις, που στο καλό, θα σε βρω. Θα σου δώσω τον Μάρτιν. Για το δικό του καλό, δηλαδή. Και θα φτάσω ως τον Βόρειο Πόλο, προκειμένου να στον παραδώσω" κατέληξε και της το έκλεισε.

Η Αλεξανδράκη είχε παρακολουθήσει με ενδιαφέρον τη συζήτηση γιατί, όπως φαίνεται, η διαπεραστική φωνή της Ζωής είχε φτάσει και στα δικά της αυτιά.

" Προβλήματα, ακούω. Ποιος είναι ο Μάρτιν;" ρώτησε την Άννα, με τρομερή περιέργεια.

" Ο γάτος μου"

Μία σκιά απογοήτευσης φάνηκε στα μάτια της Λέλας: " Για τον γάτο γινόταν η φασαρία!"

" Και για άλλα, εξίσου σοβαρά"

" Θα σου πω ένα μυστικό, κοριτσάκι μου. Μάθε να βάζεις όρια στις διεκδικήσεις των άλλων, αν θες να φτάσεις υγιής στην ηλικία μου. Οι πολλές δοτικότητες και οι υποχωρήσεις μας φθείρουν. Καλύτερα κακιά, παρά συναισθηματικός βλάκας" είπε με ύφος ειδήμονα.

Η Άννα την κοίταξε εξεταστικά, με το επαγγελματικό της μάτι. Η Λέλα την μπέρδευε. Άλλοτε ήταν αφάνταστα διαυγής και διεισδυτική στην κρίση της, άλλοτε χανόταν σε μία μορφή γεροντικής άνοιας, ήπια ίσως αλλά ωστόσο ορατή.

" Ξέρεις τί;" είπε Η Λέλα "Η βόλτα με κούρασε. Θα κάνω έναν beauty sleep. Οπότε έλα στις πέντε. Αφού θέλεις σαφές ωράριο, θα το έχεις. Μην μου πεις όμως μετά πως σε κούρασε... Ραούλ, έλα, αγόρι μου να κοιμηθούμε..."

Μη φεύγεις, αγάπη μου...Where stories live. Discover now