Η Αννα προσπάθησε να ανασυγκροτηθεί και πίεσε το μυαλο της να βρει στα γρήγορα μια δικαιολογία προκειμένου να δικαιολογήσει την παρουσία της εξω από την πόρτα του Αλεξανδρακη: « Ηθελα να ενημερώσω το αφεντικό για ένα θέμα της μητέρας του» ψελλισε, απορώντας και η ιδια με την αυτοκυριαρχία της, δεδομένου ότι ένιωθε έτοιμη να λιποθυμήσει από την ταραχή.
Η Βάνα της χαμογέλασε με συμπάθεια: « Α, οκ, περασε μέσα. Ο Γιάννης κάνει ένα ντουζ αλλά συντομα θα βγει»
« Δεν είναι κάτι επείγον, μπορεί να περιμένει ως αύριο. Καλό βραδυ!» είπε βιαστικά η Αννα και έκανε μεταβολη.
« Στ' αληθεια θα είναι μια καλή βραδια» είπε η Βάνα γελώντας πίσω από την πλάτη της. « Καληνύχτα, αστέρι μας! Ελπίζω να κοιμηθεις εσυ καλα και εγω να μην κοιμηθω καθολου, Χαχαχα»
Όσο ταπεινωμένη και να ένιωθε η Αννα δεν μπορούσε να θυμώσει με τη Βάνα. Η Βάνα δεν έφταιγε. Εξαλλου, ήταν τρομερά συμπαθητική και πολύ ευγενική μαζί της. Αλλά με τον Αλεξανδρακη, το πραγμα άλλαζε. Ήταν ελεεινός! Ήταν απίστευτος στην ανηθικότητα του! Ήταν ανάγωγος και μισογύνης! Χρησιμοποιούσε τις γυναίκες! Η Αννα σιχαινόταν τους φαλλοκρατες. Και αποδεικνυόταν πως ο Αλεξανδρακης ήταν κάτι παραπανω από φαλλοκράτης. Ήταν μισογύνης! Γιατί μόνο ένας μισογύνης θα θεωρούσε τις γυναίκες αναλωσιμες λες και ήταν απλώς αριθμοί στη σειρά. Δεν μπορούσε η μια; Κανένα πρόβλημα! Υπήρχε η άλλη... Αηδια, αηδια! σκέφτηκες Αννα και κρύφτηκε στο δωμάτιο της. Όμως δεν γινόταν να κοιμηθεί. Αυτή η νέα απόρριψη ειχε κινητοποιήσει σαν ντόμινο όλα τα δυσάρεστα γεγονότα της προηγούμενης περιόδου. Θυμηθηκε την προδοσία του Δημήτρη και της Ζωής και η καρδια της βούλιαξε. Το αίμα ανέβηκε φουριόζικα στο κεφάλι της από το θυμό της, ο οποίος είχε αποδεκτη όχι τον Δημήτρη αλλά τον Αλεξανδρακη,-φυσικά!
Κοιμηθηκε εξαντλημένη από τον ίδιο της το θυμό και κανα δυο φορές ξύπνησε μέσα στη νύχτα νιώθοντας την τρελή παρόρμηση να φτάσει εξω από το παράθυρο της κουζίνας του Αλεξανδρακη και να ρίξει μια κλέφτη αλλά ενδελεχή μάτια στα «δρώμενα».
Το πρωι έτρεξε στην τραπεζαρία γεμάτη δίψα για τις περιγραφές της Βάνας. Ωστόσο η Βάνα δεν είχε κατέβει για πρωινό. Έπαιρνε πρωινό στο κρεβατι; Μάλλον... Εξαντλημένη από το σεξ, χορτασμένη έρωτα. Ξαφνικά της ήρθε η διαθεση να χαστουκίσει τον ίδιο της τον εαυτό. Δηλαδη μέσα σε δυο μέρες είχε εξαρτηθεί συναισθηματικά από έναν αντρα; Επειδή την είχε «χουφτώσει» με μαεστρία. Ναι, αυτή η φθηνή λέξη ταίριαζε σε αυτά που της είχε κάνει εκεινο το βραδυ.
Ένας ψηλός αντρας με πρόσχαρο πρόσωπο την πλησίασε. « Είμαι ο σεφ, ο Ντινος.»
« Είμαι η νοσοκόμα, η Αννα»
« Εκανα δίπλες καταπληκτικές!» της είπε. «Προσεχε μην διαφύγουν της προσοχής σου!»
« Ποτε δεν θα μπορούσαν να μου διαφύγουν»
Εκείνος της χαμογέλασε. Φορούσε μαύρη ποδια σεφ με μικρό παπαδίστικο γιακά και τα μάγουλα του έμοιαζαν με κόκκινα γυαλισμένα μήλα. Αύριο θα κάνω σπέσιαλ μενού»
« Γιατί υπάρχει καμία δεξίωση;»
« Ε, Μα αύριο γεννιέται ο Χριστούλης!»
« Α, ναι»
« Συνηθίζουμε να δίνουμε ένα πάρτι στο ξενοδοχείο. Ελπίζω να παραβρεθείς»
« Δεν έχω και πολλές εναλλακτικές...»
« Χαχα, ναι...»
Μια παρέα μπήκε στην τραπεζαρία και μετά μια ακόμα.
« Με καλεί το καθήκον» είπε αυτός σοβαρά πια.
Η Αννα κοίταξε το ρολογάκι της.
» Εμενα το καθηκον με καλεί όποτε θυμάται, και συνήθως μετά τις δεκα που ξυπνάει»
« Είναι ζόρικη η Λελα» είπε ο Ντινος. « Παλιότερα ήταν χειρότερη, θυμαμαι την πρώτη χρονια μου εδώ που μου είχε αναποδογυρίσει μια κανάτα με σαγκρια πάνω μου, επειδή ήταν δευτεροκλασάτο το κρασί. Μεταξύ μας, είχε δικιο...Σε αφήνω. Μην ξεχάσεις τις διπλες. Θα πάθεις ντελίριουμ...»
« Νομίζω πως το χρειαζομαι μπας και συνέλθω» σκεφτηκε η Αννα και πηρε το δρόμο προς τον μπουφέ.
YOU ARE READING
Μη φεύγεις, αγάπη μου...
ChickLitΗ 'Αννα είναι μια 28χρονη νοσοκόμα που έχει μια καλά ρυθμισμένη ζωή. Λατρεύει το αγόρι της , λατρεύει τη δουλειά της, λατρεύει τη συγκάτοικό της. Απεχθάνεται όσο τίποτα τις αλλαγές. Όταν όμως η σχέση της με τον Δημήτρη διαλύεται με αναπάντεχο τρόπο...