Είχε ανάγκη από ένα ποτό. Από κάτι που θα γέμιζε τις φλέβες της με λίγη φωτιά, με λίγη ζωντάνια, με λίγη ελπίδα. Αλλά η ώρα ήταν μόλις έντεκα το πρωί. Και το σκηνικό ήταν ακατάλληλο για διαφυγές μέσω αλκοόλ. Η Άννα κοίταξε την μοντέρνα κουζίνα με τους βαμμένους στο σκούρο, βιομηχανικό ανθρακί τοίχους και τους ξύλινους, λιτούς πάγκους. Ήταν μία κουζίνα από αυτές που έβλεπες σε χολιγουντιανές ταινίες. Αν η ίδια ήταν καλοχτενισμένη, καλοβαλμένη, καλοντυμένη, θα ταίριαζε με την κουζίνα της. Θα ταίριαζε με τη χολιγουντιανή βερσιόν μιας νέας, ευτυχισμένης μαμάς και συζύγου. Αλλά η ίδια ήταν η αντι βερσιόν. Φορούσε το παντελόνι μιας γκρι φόρμας και από πάνω μια φαρδουλή μπλούζα με μεγάλο άνοιγμα στους ώμους που άφηνε να φαίνεται η ταλαιπωρημένη τιράντα ενός αθλητικού σουτιέν, που είχε αρκετές μέρες να πλυθεί. Μπροστά της ήταν η Λέλα. Πεισματάρα, όμορφη, κακοδιάθετη, όπως κάθε φορά που έπρεπε να φάει τη φρουτόκρεμα. Η Λέλα τώρα κρεμόταν από το καρεκλάκι, σαν λουλούδι που σκύβει να αγγίξει το χώμα, με το κεφάλι της ανάποδα. Ευτυχώς οι ιμάντες τη συγκρατούσαν στη θέση της, έστω και κάπως αβέβαια.
Η Άννα ξεφύσηξε για να εκτονώσει τα νεύρα της και μία τούφα από τα χαλαρά πιασμένα μαλλιά της, ανέμισε προς τα πάνω και ξαναέπεσε στο μέτωπό της, βαριά και λαδωμένη. Αλλοιθωρίζοντας και κοιτώντας την τούφα η Άννα διαπίστωσε πως τα μαλλιά της είχαν κολλημένη πάνω τους και λίγη... φρουτόκρεμα. Όλα είχαν φρουτόκρεμα. Οι πάγκοι, οι σανίδες στο πάτωμα, η μπλούζα της, το καρεκλάκι. Όλα εκτός από το στόμα της Λέλας. Η Άννα ίσιωσε το κορμί της κόρης της και έφερε στην ίδια ευθεία το πρόσωπό της με το πρόσωπο της μικρής.
Μίλησε σοβαρά και αργά:
" Άκου, Λέλα. ΘΑ ΦΑΣ τη φρουτόκρεμα. Το κατάλαβες;;; Θα φας ακόμα και αν περιμένω ολόκληρη τη μέρα για να το καταφέρω αυτό"
Η μικρή την κοίταξε με ένα αυθάδικο βλέμμα και μετά κάνοντας έναν περίεργο ήχο με τα χείλη έφτυσε στο πρόσωπο της Άννας την κουταλιά που κρατούσε στο στόμα ποιος ξέρει πόση ώρα.
Η Άννα μισόκλεισε τα μάτια αιφνιδιασμένη και μετά σκούπισε το πρόσωπό της με την άκρη της μπλούζας. Είχε κατεβάσει όλα τα κουζινικά και τα είχε αραδιάσει μπροστά στην μικρή στην προσπάθειά της να την καταφέρει να φάει. Τίποτα δεν είχε λειτουργήσει αποτελεσματικά.
" Πρέπει να τρως τα φρουτάκια σου" είπε αργά και καθαρά η 'Αννα. " Πως θα μεγαλώσεις; Πως θα γίνεις ψηλή και όμορφη;"
YOU ARE READING
Μη φεύγεις, αγάπη μου...
ChickLitΗ 'Αννα είναι μια 28χρονη νοσοκόμα που έχει μια καλά ρυθμισμένη ζωή. Λατρεύει το αγόρι της , λατρεύει τη δουλειά της, λατρεύει τη συγκάτοικό της. Απεχθάνεται όσο τίποτα τις αλλαγές. Όταν όμως η σχέση της με τον Δημήτρη διαλύεται με αναπάντεχο τρόπο...