Κεφάλαιο 111

2.1K 140 8
                                    

Φυσούσε έξω. Χαλαρή, με τα μέλη της μπερδεμένα με τα μέλη του, με την καρδιά της ανακατεμένη με την καρδιά του, με το μυαλό της άδειο από κάθε αγωνία, η Άννα ένιωθε σαν ένα φύλλο που πετάει έξω στον αέρα, που στροβιλίζεται ανέμελο και χωρίς τελικό σκοπό, απολαμβάνοντας μόνο τις απαλές ριπές του ανέμου. Που πήγαινε, που θα κατέληγε, δεν είχε σημασία. Ήταν ωραία εκεί, κολλημένη πάνω στον Αλεξανδράκη, κολλημένη πάνω στη θέρμη του, κολλημένη πάνω στη ζεστασιά του και ταυτόχρονα ιπτάμενη, με ιπτάμενη καρδιά, με ένα μυαλό ανάλαφρο πια, που έβγαινε από το παράθυρο και ανακατευόταν με τον άνεμο, με τη νύχτα που τελείωνε πια, με το φως που περίμενε να ξεμυτίσει για να φέρει την επόμενη μέρα. Αυτό είναι η ευτυχία: η διάλυση, ο καταμερισμός σου, ο αφανισμός σου, η επιστροφή σε μία φύση που σε περιμένει για να ενωθείς μαζί της, μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία της, αθώα, αέρινα, χωρίς άλλο πάθος. Αυτό είναι η ευτυχία΄να χορτάσεις τις αισθήσεις σου και να απαλλαγείς από το βάρος τους' να αναληφθείς αλλού, να μπεις στο σκοτάδι, να μπεις στο φως, να γίνεις αέρας. Παύεις να σαι ανθρώπινη, γίνεσαι θεική. Αυτό είναι η ευτυχία. Να είσαι δίπλα στον Αλεξανδράκη, αλλά να είσαι και σε όλο το σύμπαν, σε όλους τους γαλαξίες, αστέρι ελεύθερο που ταξιδεύει, αστέρι που στροβιλίζεται χωρίς βαρύτητα. Είσαι ευτυχία όταν δεν θες τίποτα παραπάνω. Θες μόνο αυτή τη στιγμή, που δεν τη θες κιόλας, γιατί δεν θες τίποτα άλλο, τα έχεις όλα πια. Τα έχεις όλα και απαλλάσσεσαι  επιτέλους από την αγωνία του "θέλω", από τον πόνο του "θέλω", από την προσμονή του "θέλω"

Δεν ήθελε τίποτα άλλο. Ήταν ευτυχισμένη.

Και καθώς όλο και περισσότερο έφευγε από το σώμα της, ενώ ταυτόχρονα συνειδητοποιούσε συναρπαστικά πως είχε σώμα ( το χέρι της το ένιωθε πιο ευαίσθητο στην αφή, τα χείλη της πιο ευαίσθητα στις άηχες λέξεις, τη μύτη της πιο ευαίσθητη στη μυρωδιά του), η Άννα ένιωσε επιτέλους τη γαλήνη της γυναίκας που έχει συναντήσει την αγάπη σε τόσο χορταστικό βαθμό, ώστε θα μπορούσε ακόμα και να την αρνηθεί από εδώ και στο εξής, μην τυχόν και δει στο μέλλον τη φθορά της. Είχε φτάσει στο μηδέν. Σε ένα ολοστρόγγυλο μηδέν. Το μηδέν του τέλους ή το μηδέν της αρχής. Δεν ήθελε να κουνηθεί. Ούτε μπρος, ούτε πίσω. Ούτε στο μείον, ούτε στο συν.  Ήταν συγκλονιστικά γεμάτη και συγκλονιστικά άδεια ταυτόχρονα

Άκουγε τη ρυθμική αναπνοή του Αλεξανδράκη και όλο το σύμπαν της ψιθύριζε τα μυστικά του στο αυτί της.

Αυτό είναι αγάπη.

Το να μην νιώθεις τίποτα γιατί λίγο πριν ένιωσες τα πάντα.

Μη φεύγεις, αγάπη μου...Where stories live. Discover now