Κεφάλαιο 105

1.6K 148 14
                                    

Μία γυναίκα περπατούσε βιαστικά στους δρόμους του Χαλανδρίου, κρατώντας υπερβολικά πολλές σακούλες και ένα μακρύ, μοντέρνο φωτιστικό. Φορούσε ένα ταγιέρ, στους τόνους του σκονισμένου ροζ, και ψηλοτάκουνες γόβες και είχε ένα προσεκτικά μακιγιαρισμένο πρόσωπο που σε ανάγκαζε να το ξανακοιτάξεις καθώς προσπαθούσες να αποφασίσεις αν ήταν απλώς χαριτωμένο ή μοναδικά όμορφο.

Μπήκε στην είσοδο μιας μοντέρνας πολυκατοικίας, ρίχνοντας πριν μία ματιά γεμάτη υπερηφάνεια στην πινακίδα που έγραφε με τεράστια, φούξια γράμματα: " Κέντρο Αισθητικής: Ma belle"

Aνέβηκε με κόπο τα σκαλοπάτια της πολυκατοικίας, κάνοντας διπλή διαδρομή για να το φωτιστικό, και μπήκε στο ασανσέρ τσεκάροντας το είδωλό της στο μεγάλο καθρέπτη.

" Θεέ μου, τι κουβάλησες πάλι..." της φώναξε από το εσωτερικό μία εντυπωσιακή γυναίκα, όταν ξεκλείδωσε την πόρτα.

" Μία μηχανή εσπρέσο- μας έλειπε!-, αυτό το φωτιστικό που το βρήκα σε καταπληκτική τιμή και διάφορα συμπράγκαλα..."

" Και γιατί το κουβάλησες μόνη το φωτιστικό με τις δεκάποντες;"

" Ήθελα να το φέρω εδώ και τώρα. Αν το άφηνα θα μας το στέλνανε μετά από μία βδομάδα. Δεν μπορούσα να περιμένω. Δες, έχει καταπληκτικό φως. Μπορούμε να το βάλουμε δίπλα στο εξεταστικό κρεβάτι, να, εδώ, ώστε να έχουμε καλύτερο φωτισμό στους καθαρισμούς"

Η άλλη σφύριξε με θαυμασμό:

" Καλέ, αυτό είναι προβολέας, δεν είναι απλώς φωτιστικό. Δεν θα μας ξεφύγει μπιμπίκι για μπιμπίκι, αετόπουλο"

Μπήκανε στη μικρή κουζίνα, βάζοντας νερό στη μηχανή του καφέ. Ένα λεπτό αργότερα, απολάμβαναν τον μυρωδάτο καφέ, με τα πόδια τους ανεβασμένα πάνω στο τραπέζι του σαλονιού της υποδοχής.

Η Ζωή  κρέμασε χαλαρά προς τα πίσω το κεφάλι. Σήκωσε το χέρι της με τα κατακόκκινα νύχια και έδειξε κυκλοτερώς τον χώρο.

" Το πιστεύεις πως μας ανήκει αυτό;"

" Βασικά, ανήκει στην τράπεζα, αν θέλουμε να κυριολεκτήσουμε"

" Ναι, αν σκεφτείς στεγνά, ανήκει στην τράπεζα, αλλά έχουμε βάλει την ψυχή μας εδώ. Οπότε είναι ολόδικό μας. Και, πίστεψέ το ή όχι, έχουμε σήμερα το απόγευμα τρία ολόκληρα ραντεβού!!!"

Η Άννα γέλασε: " Πού τα βρήκες τα τρία ραντεβού;"

" Συνάδελφοι από τη δουλειά οι δύο. Και η τρίτη είναι αυτή που έχει το κατάστημα με τα παιδικά ρούχα στη γωνία. Της έδωσα κάρτα προχθές και τσίμπησε..."

Μη φεύγεις, αγάπη μου...Where stories live. Discover now