Μέρα 191η: 6 Σεπτεμβρίου

194 26 2
                                    

Η Μαρίνα είναι στο κομμωτήριο της και σκουπίζει το πάτωμα λίγο πριν κλειδώσει και επιστρέψει στο σπίτι της. Τις τελευταίες μέρες είναι πολύ αναστατωμένη. Μετά από όσα συνέβησαν και την εξαφάνιση του Χ. φοβάται πως είναι ικανός για όλα. Έχει στείλει ήδη τον γιο της με τους γονείς της και εκείνη τρέμει κάθε φορά που είναι να βγει στον δρόμο. Δεν έχει βρει καν το θάρρος να βρει τη Ντι και να της μεταφέρει τα συλλυπητήριά της. Όχι, έτσι θα δυσχέραινε κατά πολύ τη θέση της, τώρα που έχει συνειδητοποιήσει που μπορεί να είναι μπλεγμένος ο άντρας της. 

"Πώς μπορούσα να ζω με αυτόν τον άνθρωπο; Πόσο τυφλοί γινόμαστε όταν ερωτευόμαστε, πόσο ηλίθια μπορεί να είμαι που έκανα τα πάντα για να τον κρατήσω; Η μοίρα προσπαθούσε να με βοηθήσει μια ώρα αρχύτερα και εγώ επέμενα, επέμενα λες και ήταν φτιαγμένος από χρυσό. Όχι, η μοίρα πάντα ξέρει καλύτερα, ομολογεί στον εαυτό της και μαζεύει με το φαράσι τα τελευταία σκουπίδια. Ανοίγει τη μαύρη σακούλα και βλέπει κάποιον μηχανόβιο να βγάζει το κράνος του και να κοιτάζει επίμονα προς το μέρος της. Για κάποιον λόγο η όψη του της προκαλεί τρόμο. Τα μακριά μαύρα μαλλιά του πέφτουν στους ώμους τους και σε λίγα δευτερόλεπτα έχει περάσει τον δρόμο και φτάνει στην τζαμαρία του κομμωτηρίου. Η πόρτα ανοίγει. 

"Προλαβαίνω ένα κουρεματάκι;" της λέει και η καρδιά της επιστρέφει στη θέση της.

"Δυστυχώς, σήμερα βιάζομαι πολύ να πάω στο παιδί μου" του απαντά "διαφορετικά θα σας δεχόμουν" και τον οδηγεί ευγενικά ξανά έξω. 

"Φοβάμαι ακόμη και τη σκιά μου" συνειδητοποιεί. "Καλύτερα να κλειδώσω μέχρι να τελειώσω με όλα" σκέφτεται και αφού κλειδώσει πιάνει το καθαριστικό των τζαμιών και περνάει τους καθρέφτες. Όμως πίσω απ' τον καθρέφτη ένας νεαρός άντρας την κοιτάζει και της χαμογελάει και εκείνη νομίζει πως βλέπει φάντασμα. 

"Παναγία μου" φωνάζει και το καθαριστικό της πέφτει απ' τα χέρια. 

"Μην τρομάζεις, Μαρίνα" της εξηγεί εκείνος.

"Μα πώς; Αφού κλείδωσα πριν λίγο. Μαζί του μπήκες, έτσι δεν είναι; Θέλεις να μου κάνεις κακό; Τι θέλεις; Πώς ξέρεις το όνομά μου; Για στάσου, σε θυμάμαι εσένα... από πού σε θυμάμαι;" 

Η Μαρίνα τον βλέπει καλά. Ο νεαρός άντρας φαίνεται τόσο καλοσυνάτος και κρατάει στα χέρια του μια άσπρη γάτα που δε σταματάει να τη χαϊδεύει.

"Σου χρωστούσα το δωρεάν κούρεμα, βλέπεις. Είσαι καλή γυναίκα, Μαρίνα. Ο άντρας σου θέλει να σου πάρει το παιδί. Πάρ' το και φύγε σήμερα κιόλας απ' την πόλη. Έχει βάλει άντρες να σε σκοτώσουν, αν χρειαστεί. Ξέρεις πως θα το κάνει. Το έκανε ήδη κι άλλες φορές. Τη μία σε μένα τον ίδιο..."

Η Μαρίνα λιποθυμάει. Όταν συνέρχεται, πιάνει το κεφάλι της και ένα καρούμπαλο που όμως δεν την πονά ιδιαίτερα προεξέχει. Ο άντρας έχει εξαφανιστεί. Η πόρτα εξακολουθεί να παραμένει κλειδωμένη από μέσα. 

ΑΚΟΜΗ 10 ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ


DilemmaWhere stories live. Discover now