Μέρα 193η: 8 Σεπτεμβρίου

182 28 1
                                    

Ο Κ. ξαπλώνει στον καναπέ του έχοντας απενεργοποιημένο το κινητό του, κλειστό τον υπολογιστή, τα φώτα και απολαμβάνει τη λήθη του σκότους. Κανένας χρόνος, κανένας χώρος στο απόλυτο σκοτάδι. Κρατάει ένα μπουκάλι βότκα αγκαλιά ενώ στο πλάι του καναπέ άλλα άδεια μπουκάλια από αλκοολούχα ποτά κάνουν συντροφιά μεταξύ τους.

Σκέφτεται πόσο δίκιο έχει η Ντι για όσα του είπε και πως πρέπει να προσπαθήσει ξανά από την αρχή να κερδίσει την εμπιστοσύνη της. Να την αφήσει να ηρεμήσει για λίγο καιρό, να μην την ενοχλήσει ξανά. Ίσως θα ήταν καλή περίπτωση να αλλάξει πόλη ή ακόμη και να επιστρέψει στους γονείς του. Νιώθει πως εκτός απ' τον αδελφό του έχασε και τον εαυτό του, την αγάπη του για τη ζωή. 

Μέσα στις μαύρες σκέψεις του και στο μαύρο της νύχτας ξαφνικά ο υπολογιστής ανάβει. Το φως που απλώνεται στο δωμάτιο τον τρομάζει, πρώτη φορά το μηχάνημα ανοίγει μόνο του. Να φταίνε οι πτώσεις της τάσης ή τα παλιομηχανήματα που όσο περνάνε τα χρόνια γίνονται όλο και περισσότερο αναξιόπιστα; 

Βαριέται να σηκωθεί να το κλείσει και περιορίζεται στο να χασμουρηθεί και να πιει λίγη βότκα παραπάνω. Τα μάτια του κλείνουν, όταν ακούει τον ήχο του μηνύματος απ' το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο του. 

"Τι στο διάολο; Αφού δεν έχω ανοίξει το ρούτερ. Πώς γίνεται να έχει ίντερνετ;" σκέφτεται και γυρνάει προς την πλευρά του υπολογιστή και με έκπληξή του παρατηρεί πως και το μηχάνημα του δρομολογητή είναι ανοιχτό. 

"Μα τι γίνεται εδώ πέρα;" αναρωτιέται και σέρνεται βαριεστημένα να κλείσει τα μηχανήματα. Από περιέργεια πατάει το πρόγραμμα που χειρίζεται τα μηνύματά του και ανοίγει το νέο μήνυμα. 

Μένει με το στόμα ανοιχτό. Δεν μπορεί, δεν είναι δυνατόν αυτό που βλέπει! Ποιος του κάνει αυτή την αρρωστημένη φάρσα; Ποιος είχε το θράσος να του στείλει μήνυμα απ' το mail του αδελφού του;

"Πήγαινε τώρα στο σπίτι της Ντι. Κινδυνεύει" λέει το μήνυμα και ο υπολογιστής κλείνει με το που το διαβάζει και το δωμάτιο ξαναγίνεται σκοτεινό. 

"Τώρα τα είδα όλα" λέει φοβισμένος και αποφασίζει να πάρει τηλέφωνο τη Ντι. Όμως φαίνεται να του το κλείνει και στην επόμενη κλήση  το κινητό της είναι απενεργοποιημένο. Κοντεύει δώδεκα, όμως πρέπει να τρέξει στο σπίτι της. Ακόμη και να μην κινδυνεύει πρέπει να της πει πως κάποιος χειρίζεται τον λογαριασμό του Μήτσου. Ίσως να είναι μια ακόμη καλοστημένη παγίδα του Χ. αλλά δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Θα ακολουθήσει το ένστικτό του και όπου βγει. 

ΑΚΟΜΗ 8 ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ

DilemmaWo Geschichten leben. Entdecke jetzt